railroad


railroad
Προφορά

{‘reıl,rəʋd}

(Ουσιαστικό)
● σιδηρόδρομος

(Ρήμα)
● ψηφίζω νομοσχέδιον εν βία
● επισπεύδω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.