quarrel


quarrel
Προφορά

{‘kwɔ:rəl}

(Ουσιαστικό)
● διαπληκτισμός
● καβγάς
● καβγατζής
● φιλονικία

(Ρήμα)
● καβγαδίζω
● τσακώνομαι
● τσακώνω
● φιλονικώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.