putrescence Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply putrescenceΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/putrescence.mp3{pju:’tresəns} (Ουσιαστικό)● αποσύνθεση● σαπρότης● σαπρότητα● σαπίλα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση