purview Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply purviewΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/purview.mp3{‘pɜ:rvju:} (Ουσιαστικό)● όριο● έκταση● όρια● σκοπός● σημασία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση