punishability Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply punishabilityΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/punishability.mp3{,pʌnıʃə’bılətı} (Ουσιαστικό)● τιμωρητό Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση