protest Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply protestΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/protest.mp3{prə’test} (Ρήμα)● διαμαρτύρομαι (Ουσιαστικό)● διαμαρτυρία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση