promiscuity Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply promiscuityΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/promiscuity.mp3{,prɒmı’skju:ətı} (Ουσιαστικό)● μίξη άνευ διακρίσεως● ακολασία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση