prescription


prescription
Προφορά

{prı’skri:pʃən}

(Ουσιαστικό)
● συνταγή
● προδιαγραφή
● συνταγή γιατρού
● οδηγία
● εντολή
● δικαίωμα
● κατόχου

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.