powder


powder
Προφορά

{‘paʋdər}

(Ουσιαστικό)
● σκόνη
● κονίς
● πούδρα
● πυρίτις
● πυρίτιδα
● μπαρούτι

(Ρήμα)
● κονιοποιώ
● τρίβω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.