post


post
Προφορά

{pəʋst}

(Ουσιαστικό)
● κολόνα
● στύλος
● σταθμός
● ταχυδρομείο
● θέση
● πόστο

(Ρήμα)
● τοιχοκολώ
● ταχυδρομώ
● τοποθετώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.