phone Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply phoneΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/phone.mp3{fəʋn} (Ουσιαστικό)● τηλέφωνο (Ρήμα)● τηλεφωνώ └[Εκφράσεις]┘● by phone = τηλεφωνικώς Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση