pat


pat
Προφορά

{pæt}

(Επίθετο)
● ανένδοτος
● αρμόδιος

(Επίρρημα)
● στην στιγμήν
● αρμοδίως
● επικαίρως

(Ουσιαστικό)
● ελαφρό κτύπημα
● τεμαχίδιο

(Ρήμα)
● χτυπώ ελαφρά
● κτυπώ ελαφρώς με την παλάμη

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.