partition


partition
Προφορά

{pɑ:r’tıʃən}

(Ουσιαστικό)
● διαχώρισμα
● διχοτόμηση
● διαίρεση
● χώρισμα
● διαμελισμός

(Ρήμα)
● διαμελίζω
● διαχωρίζω
● διχοτομώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.