orderly


orderly
Προφορά

{‘ɔ:rdərlı}

(Επίθετο)
● μεθοδικός
● νοσοκόμος
● εύτακτος
● τακτικός
● κανονικός

(Ουσιαστικό)
● ορντινάντσα αξιωματικού
● στρατιώτησ-υπηρέτης
● αγγελιαφόρος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.