orderly Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply orderlyΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/o/orderly.mp3{‘ɔ:rdərlı} (Επίθετο)● μεθοδικός● νοσοκόμος● εύτακτος● τακτικός● κανονικός (Ουσιαστικό)● ορντινάντσα αξιωματικού● στρατιώτησ-υπηρέτης● αγγελιαφόρος Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση