
order
Προφορά
{‘ɔ:rdər}
(Ουσιαστικό)
● προσταγή
● τάξη
● σύστημα
● κανόνας
● διαταγή
● παραγγελία
● εντολή
● τάγμα
● παράσημο
● βαθμός
(Ρήμα)
● διατάσσω
● παραγγέλλω
● κανονίζω
● παραγγέλνω
● προστάζω
└[Εκφράσεις]┘
● at your orders = στις διαταγές σας
Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση