natural


natural
Προφορά

{‘nætʃərəl}

(Επίθετο)
● φυσικός
● φυσιολογικός
● έμφυτος
● εκ φύσεως

└[Εκφράσεις]┘
● be a natural for = είμαι γεννημένος για

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.