mole


mole
Προφορά

{məʋl}

(Ουσιαστικό)
● εληά τού δέρματος
● κηλίδα του δέρματος
● κρεατοελιά
● τυφλοπόντικας
● ασπάλακας
● κυματοθραύστης
● μόλος
● μώλος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.