mole Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply moleΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/m/mole.mp3{məʋl} (Ουσιαστικό)● εληά τού δέρματος● κηλίδα του δέρματος● κρεατοελιά● τυφλοπόντικας● ασπάλακας● κυματοθραύστης● μόλος● μώλος Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση