matter Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply matterΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/m/matter.mp3{‘mætər} (Ουσιαστικό)● ζήτημα● ουσία● ύλη● πράγμα● υπόθεση● ενδιαφέρο (Ρήμα)● σημαίνω └[Εκφράσεις]┘● as a matter of fact = στην πραγματικότητα● it does not matter = δεν πειράζει Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση