knock down


knock down
Προφορά

{‘nɒkdaʋn}

(Ρήμα)
● αποσυναρμολογώ
● γκρεμίζω
● ρίχνω κάτω
● κατακυρώνω

(Επίθετο)
● λυομένος

(Ουσιαστικό)
● κατακύρωση

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.