keystone Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply keystoneΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/k/keystone.mp3{‘ki:,stəʋn} (Ουσιαστικό)● κεντρικός λίθος αψίδας● θεμέλιο● μοχλός● άξονας Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση