kaoline Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply kaolineΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/k/kaoline.mp3{‘keıəlın} (Ουσιαστικό)● λευκός πηλός από το οποίο κατασκευάζεται η πορσελάνη● καολίνη Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση