jam
Προφορά
{dʒæm}
(Ουσιαστικό)
● εμπλοκή
● στριμωξίδι
● συνωστισμός
● μαρμελάδα
● γλυκό του κουταλιού
● παράσιτα
(Ρήμα)
● πιέζω
● σφηνώνω
● συνωστίζω
● συνωστίζομαι
● παθαίνω εμπλοκή
● πιάνομαι
● συνθλιθώ
● παρεμβάλλω παράσιτα
Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση