issue


issue
Προφορά

{‘ıʃu:}

(Ουσιαστικό)
● έκδοση
● έξοδος
● έκβαση
● τεύχος
● γένος
● ζήτημα

(Ρήμα)
● εκδίδω
● εκπέμπω
● απορρέω
● εξέρχομαι
● επακολουθώ

└[Εκφράσεις]┘
● new issue = έκδοση νέων μετοχών

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.