hindsight


hindsight
Προφορά

{‘haınd,saıt}

(Ουσιαστικό)
● καθυστεριμένη κατανόησις
● υστερινή γνώση
● πίσω σκοπεύτρο όπλου

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.