gaffer Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply gafferΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/g/gaffer.mp3{‘gæfər} (Ουσιαστικό)● γερών● γεροχωριάτης● γερών χωρικός● αρχιεργάτης● επιστάτης● εργοδηγός Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση