fledgeling Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply fledgelingΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/f/fledgeling.mp3{‘fledʒəlıŋ} (Επίθετο)● πρωτόπειρος● νεοσσός μόλις πτερωθείς (Ουσιαστικό)● νεοσσός μόλις πτερωθείς● νεοσσός που μόλις έχει πετάξει● πρωτόπειρος Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση