fight Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply fightΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/f/fight.mp3{faıt} (Ουσιαστικό)● μάχη● πάλη● πόλεμος● αγώνας● προάσπιση● καβγάς (Ρήμα)● παλεύω● μάχομαι● πολεμώ● καταπολεμώ └[Εκφράσεις]┘● without a fight = αμαχητί Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση