fact


fact
Προφορά

{fækt}

(Ουσιαστικό)
● γεγονός
● δεδομένο

└[Εκφράσεις]┘
● in actual fact = στην πραγματικότητα
● in fact = όντως
● πραγματικώς

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.