echelon


echelon
Προφορά

{‘eʃə,lɒn}

(Ουσιαστικό)
● ιεραρχία επιχείρησης
● κλιμακοειδής διάταξη στρατού
● βαθμός αξιωματικού

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.