discountenance


discountenance
Προφορά

{dıs’kaʋntənəns}

(Ουσιαστικό)
● αποδοκιμασία

(Ρήμα)
● αποδοκιμάζω
● αποθαρρύνω
● απελπίζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.