currency


currency
Προφορά

{‘kɜ:rənsı, ‘kʌrənsı}

(Ουσιαστικό)
● χρήματα
● νόμισμα
● νόμισμα χώρας
● συνάλλαγμα
● νομίσματα
● χαρτονομίσματα
● κυκλοφορία

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.