
content
Προφορά
{kən’tent}
(Επίθετο)
● ευχαριστημένος
● ικανοποιημένος
(Ουσιαστικό)
● ευχαρίστηση
● περιεκτικότητα
● περιεχόμενο
(Ρήμα)
● ευχαριστώ
● ικανοποιώ
└[Εκφράσεις]┘
● be content = αρκούμαι
● to heart’s content = σε ευχαρίστηση καρδιάς
Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση