concentrated Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply concentratedΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/concentrated.mp3{‘kɒnsən,treıtıd} (Επίθετο)● συγκεντρωμένος● συγκεντρωτικός● συμπυκνωμένος Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση