compound


compound
Προφορά

{kəm’paʋnd}

(Ρήμα)
● μιγνύω
● παρασκευάζω
● συμβιβάζομαι
● συμβιβάζω
● αναμιγνύω
● συνθέτω

(Επίθετο)
● συμμιγής
● σύνθετος

(Ουσιαστικό)
● μίγμα
● περίβολος
● στρατόπεδο αιχμάλωτων πόλεμου
● σύνθετο σώμα
● χημική ένωση

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.