coagulate Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply coagulateΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/coagulate.mp3{kəʋ’ægjə,leıt} (Ρήμα)● συμπηγνύω● πηγνύω● πηγνύομαι● πήζω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση