character


character
Προφορά

{‘kærıktər}

(Ουσιαστικό)
● χαρακτήρας
● γράμμα
● είδος
● ήρωας μυθιστορήματος
● προσωπικότητα
● φήμη

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.