change


change
Προφορά

{tʃeındʒ}

(Ουσιαστικό)
● αλλαγή
● μεταβολή
● μετασχηματισμός
● μετάπτωση
● παραλλαγή
● ρέστα
● ψιλά
● τροπή

(Ρήμα)
● αλλάζω
● αλλάσσω
● μεταβάλλω
● μετασχηματίζω
● αλλοιώνω

└[Εκφράσεις]┘
● changes in an account = κίνηση λογαριασμού

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.