chance


chance
Προφορά

{tʃæns}

(Επίθετο)
● τυχαίος

(Ουσιαστικό)
● τύχη
● σύμπτωση
● ευκαιρία
● πιθανότητα

(Ρήμα)
● συμβαίνω
● διακινδυνεύω

└[Εκφράσεις]┘
● by chance = τυχόν

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.