caisson Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply caissonΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/caisson.mp3{‘keısɒn} (Ουσιαστικό)● υδατοστεγές κιβώτιο● κιβώτιο πολεμοφοδίων● άμαξα πολεμοφοδίων Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση