cackle Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply cackleΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/cackle.mp3{‘kækəl} (Ουσιαστικό)● κακάρισμα● φλυαρία (Ρήμα)● γελώ● κακαρίζω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση