cacao Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply cacaoΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/cacao.mp3{kə’keıəʋ} (Ουσιαστικό)● κακαόδεντρο● κακάο Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση