burrow Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply burrowΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/b/burrow.mp3{‘bɜ:rəʋ} (Ουσιαστικό)● υπόγειος τρύπα● τρώγλη (Ρήμα)● τρυπώνω● κρύπτομαι υπόγειως Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση