bluff


bluff
Προφορά

{blʌf}

(Επίθετο)
● απότομος
● πλατύς
● χονδρός

(Ουσιαστικό)
● βράχος
● μπλόφα
● οιηματίας
● αυτός που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του

(Ρήμα)
● απατώ
● μεγαλαυχώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.