beat
Προφορά
{bi:t}
(Ουσιαστικό)
● κτύπος
● παλμός
● πλήγμα
● ρυθμός
● περιπολία
● ρυθμός της μουσικής
(Ρήμα)
● συντρίβω
● επιβάλλομαι
● φέρνω σε αμηχανία
● βολτατζάρω (ιστιοπλ.)
● διαμορφώνω
● βαρώ
● δέρνω
● επιτίθεμαι
● νικώ
● υπερτερώ
└[Εκφράσεις]┘
● be dread beat = είμαι πεθαμένος στην κούραση
Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση