arrowroot Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply arrowrootΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/a/arrowroot.mp3{‘ærəʋ,ru:t} (Ουσιαστικό)● αραρούτι● φυτό των τροπικών από το οποίο παράγεται αλεύρι Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση