abstract


abstract
Προφορά

{æb’strækt}

(Επίθετο)
● αφηρημένος

(Ουσιαστικό)
● απόσπασμα
● περίληψη
● επιτομή

(Ρήμα)
● αφαιρώ
● αποσπώ
● αποχωρίζω

└[Εκφράσεις]┘
● in the abstract = αφηρημένα
● θεωρητικά

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.