abroad Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply abroadΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/a/abroad.mp3{ə’brɔ:d} (Επίρρημα)● έξω από το σπίτι● μακράν● εκτενώς● ευρεώς● σε πλάνη● στο εξωτερικό● σε ταξίδι● στο ύπαιθρο● απέξω● στην αλλοδάπη (Ουσιαστικό)● εξωτερικό Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση