able


able
Προφορά

{‘eıbəl}

(Επίθετο)
● ικανός
● όποιος μπορεί να
● όποιος είναι στη θέση να
● όποιος καταφέρνει
● όποιος κατορθώνει
● αρμόδιος
● άξιος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.