φυτοπαθογόνος
Προφορά
Ετυμολογία
φυτοπαθογόνος φυτό + παθογόνος• απόδοση του └αγγλ┘όρου phytopathogenic
Ερμηνεία
└επίθετο┘ φυτοπαθογόνος -ος, -ο
✦ που προκαλεί αρρώστια στα φυτά
✦ ουδ φυτοπαθογόνο ως ουσ., μικροοργανισμός που μπορεί να προκαλέσει αρρώστια στα φυτά
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–