υπερπραγματικός
Προφορά
Ετυμολογία
υπερπραγματικός υπέρ + πραγματικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ υπερπραγματικός -ή, -ό
✦ αυτός που βρίσκεται πέρα από την πραγματικότητα, υπερκόσμιος, απόκοσμος: μιαν ιδανική φυσιογνωμία, ένα στοιχείο υπερπραγματικό, απόκοσμο (Γ. Θεοτοκάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–